...

...

Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

Διαχείριση των απορριμμάτων - Μια σύνθεση ώριμων λύσεων

Του ΝΙΚΟΛΑΟΥ Σ. ΜΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΥ* 

Η Ελλάδα έχει το θλιβερό προνόμιο να υπολείπεται όλων των άλλων χωρών της Ε.Ε. στη διαχείριση των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ). 
Ακόμα και σήμερα γύρω στο 90% της παραγόμενης ποσότητάς τους καταλήγει σε χώρους τελικής διάθεσης, οι οποίοι στη μεγάλη τους πλειονότητα είναι χωματερές.
 Η ανεξέλεγκτη απόθεση ΑΣΑ σε χωματερές αποτελεί τριτοκοσμική και άκρως επιζήμια για τη δημόσια υγεία πρακτική, που δυστυχώς ανέχονται τόσο η συντεταγμένη πολιτεία όσο και το κοινωνικό σύνολο στη χώρα μας. 
Ως μόνο ενθαρρυντικό στοιχείο επί του παρόντος εμφανίζεται το γεγονός ότι υλοποιούνται χώροι υγειονομικής ταφής ΑΣΑ (οι λεγόμενοι ΧΥΤΑ), παρά την συχνά έντονη, αντίσταση ιδιοτελών τοπικών παραγόντων. 
Η ύπαρξη τέτοιων χώρων είναι αναγκαία για την ασφαλή διάθεση των υπολειμμάτων μετά την ανακύκλωση και επεξεργασία των αποβλήτων σε κάθε σύγχρονο διαχειριστικό σύστημα (ορολογία: ΧΥΤΥ, χώροι υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων). Βέβαια, σε διεθνές επίπεδο η υγειονομική ταφή ανεπεξέργαστων απορριμμάτων έχει ήδη ξεπεραστεί ως ολοκληρωτική λύση, κάτι που σε λίγο θα γίνει αντιληπτό και στη χώρα μας. 
Πράγματι, σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη έχει συντελεστεί μια πραγματική κοσμογονία αναφορικά με τη διαχείριση ΑΣΑ. Πρώτιστα προωθείται συστηματικά η ανακύκλωση, ενώ παράλληλα αξιοποιούνται εναλλακτικές οδοί διαχείρισης των ΑΣΑ με αιχμή του δόρατος την ενεργειακή αξιοποίησή τους.

Οι σχετικές μέθοδοι υποδιαιρούνται σε θερμικές και βιολογικές. 
Επικρατέστερη τεχνική θερμικής επεξεργασίας είναι η αποτέφρωση (ή, απλώς, καύση), μολονότι από περιβαλλοντικής άποψης υπερτερούν η πυρόλυση και η αεριοποίηση, τεχνικές όμως που είναι ακόμη σχετικά καινούριες και συνεπώς λιγότερο δοκιμασμένες. 
Η αποτέφρωση, αντίθετα, θεωρείται τεχνολογία σχετικά απλή, ώριμη και επαρκώς δοκιμασμένη με κύριο πλεονέκτημα τη δραστική μείωση του όγκου των απορριμμάτων. Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες δεκαετίες είχαν διατυπωθεί διάφορα επιχειρήματα σε βάρος της θερμικής επεξεργασίας που οφείλονταν σε προβλήματα που είχαν ανακύψει. Σήμερα, όμως, αυτά τα προβλήματα έχουν τεχνολογικά λυθεί, με αποτέλεσμα η θερμική επεξεργασία απορριμμάτων να θεωρείται διεθνώς φιλική προς το περιβάλλον πρακτική και, σε κάθε περίπτωση, προτιμητέα σε σύγκριση με την απόθεσή τους σε ΧΥΤΑ. 
Συνεπώς, η όποια συζήτηση περί του θέματος είναι περισσότερο πολιτική παρά τεχνική / περιβαλλοντική. 
Από τις βιολογικές μεθόδους το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην αναερόβια ζύμωση, κατά την οποία οι οργανικές ουσίες αποδομούνται με τη βοήθεια μικροοργανισμών. Το αποτέλεσμα της διεργασίας είναι η παραγωγή σταθεροποιημένου οργανικού υλικού και βιοαερίου υψηλής περιεκτικότητας σε μεθάνιο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για παραγωγή ενέργειας. 
Άλλη ενδιαφέρουσα δυνατότητα ενεργειακής αξιοποίησης των ΑΣΑ συνίσταται στο διαχωρισμό από αυτά του κλάσματος υψηλής θερμογόνου δύναμης που έχει επικρατήσει να αποκαλείται απορριμματογενές καύσιμο (RDF). Το RDF μπορεί να υποκαταστήσει ορυκτά καύσιμα σε εγκαταστάσεις, όπως τσιμεντοβιομηχανίες, εργοστάσια παραγωγής ενέργειας. 
Στην ενεργειακή αξιοποίηση εντάσσεται και η καύση του βιοαερίου που εκλύεται σε χώρους απόθεσης ΑΣΑ. 
Πέραν του προφανούς ενεργειακού οφέλους, η συλλογή του βιοαερίου αυτού σε όλο το βάθος χρόνου παραγωγής του επιβάλλεται και προς περιορισμό ανεξέλεγκτων διαρροών, που επιβαρύνουν ιδιαίτερα το λεγόμενο θερμοκηπιακό ισοζύγιο. Το θέμα του βιοαερίου από τα απορρίμματα επιβάλλεται να διερευνηθεί και σε διάφορες περιοχές της ελληνικής ενδοχώρας (συμπεριλαμβανομένης της υπαίθρου σε συνδυασμό και με απόβλητα γεωργο-κτηνοτροφικής προέλευσης), όπως και ιδιαιτέρως στα ελληνικά νησιά, ιδίως εκείνα που χαρακτηρίζονται από έντονη τουριστική κίνηση. Το κόστος της συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής στις περιπτώσεις αυτές είναι τόσο υψηλό, ώστε κάθε εναλλακτική λύση με βάση το βιοαέριο να φαντάζει ελκυστική. 
Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ε.Ε. που δεν διαθέτει μονάδα θερμικής επεξεργασίας ΑΣΑ, παρά το ότι τέτοιες μονάδες προβλέπονται σε διάφορες περιφέρειες της χώρας. 
Οι περιφερειακοί σχεδιασμοί ολοκληρωμένης διαχείρισης ΑΣΑ έχουν καθυστερήσει ανεπίτρεπτα, ως συνέπεια εγγενών ελληνικών προβλημάτων όπως η απουσία πολιτικής βούλησης και η ατολμία εφαρμογής τεχνολογιών, ο στρουθοκαμηλισμός των τοπικών κοινωνιών και η πλασματικά πολύ φθηνή ακόμα ταφή (λόγω του ανεξέλεγκτου χαρακτήρα της και του μη συνυπολογισμού του λεγόμενου εξωτερικού κόστους, δηλαδή των οδυνηρών συνεπειών από την περιβαλλοντικά καταστροφική αυτή πρακτική). Είναι επίσης ενδεικτικό ότι οικονομικά εργαλεία στη βάση της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» δεν έχουν ακόμα εφαρμοσθεί στο πεδίο της διαχείρισης ΑΣΑ στη χώρα μας. 
Το εργαστήριό μας έχει από καιρό διατυπώσει την πρόταση για βιώσιμη διαχείριση ΑΣΑ στην Ελλάδα. Η ολοκληρωμένη αυτή πρόταση συνθέτει επιστημονικά και πρακτικά ώριμες λύσεις προβλέποντας εύλογη ενεργειακή αξιοποίηση των ΑΣΑ. 
Σε πρώτο επίπεδο προϋποθέτει δράσεις κοινωνικής ευαισθητοποίησης με στόχο τη μείωση των παραγόμενων ΑΣΑ, με ταυτόχρονη ανάπτυξη επαρκών υποδομών, εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και ιχνηλασιμότητας των συλλεγόμενων προς ανακύκλωση υλικών. 
Σε δεύτερο επίπεδο προτείνεται η βελτιστοποίηση των τοπικών συστημάτων αποκομιδής και μεταφόρτωσης των ΑΣΑ με στόχο την ελαχιστοποίηση κόστους και περιβαλλοντικής όχλησης. *Σε τελικό επίπεδο, είναι απαραίτητη η περιβαλλοντικά ορθή και οικονομικά βιώσιμη ανάπτυξη υποδομών επεξεργασίας και τελικής διάθεσης των παραγόμενων ΑΣΑ. Στην κατεύθυνση αυτή, η ενεργειακή αξιοποίηση πρέπει πλέον να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι κάθε ολοκληρωμένης τοπικής / περιφερειακής στρατηγικής διαχείρισης ΑΣΑ και να μην αποκλείεται δογματικά a priori ως εναλλακτική λύση. 
Επίσης, καθώς αποτελεί ήδη στρατηγική προτεραιότητα η μετάβαση από ΧΥΤΑ σε ΧΥΤΥ, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή είναι αδιανόητη χωρίς τη ανάπτυξη μονάδων μηχανικής, θερμικής, ή/και βιολογικής επεξεργασίας. 
Αναφορικά με την ανάπτυξη υποδομών ολοκληρωμένης διαχείρισης ΑΣΑ στην Ελλάδα, η ήδη υπάρχουσα εμπειρία οδηγεί στο προφανές συμπέρασμα ότι εξακολουθεί να υπάρχει άμεση ανάγκη για συνεργασία ανάμεσα στους τοπικούς λήπτες αποφάσεων και την κεντρική διοίκηση. 
Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει το σχεδιασμό, αδειοδότηση, παρακολούθηση, κατασκευή και λειτουργία υποδομών διαχείρισης ΑΣΑ πρέπει να εκσυγχρονισθεί και να απλοποιηθεί, καθώς έχει πλέον αναδειχθεί σε μείζονα τροχοπέδη ανάπτυξης των εν λόγω υποδομών. 
Στο πλαίσιο αυτό επιβάλλεται και η καλύτερη οργάνωση, κατάρτιση και στελέχωση των μηχανισμών ελέγχου και παρακολούθησης της συμμόρφωσης με την ισχύουσα νομοθεσία. 
Τέλος δεν πρέπει να αμεληθεί το γεγονός ότι η θερμική επεξεργασία αποτελεί μονόδρομο διαχείρισης για μία πλειάδα επικινδύνων αποβλήτων (αστικών και μη), όπως τα νοσοκομειακά και πολλά επικίνδυνα βιομηχανικά απόβλητα, όπου η δογματική μη εφαρμογή της αποτελεί υγειονομικό και περιβαλλοντικό έγκλημα, καθώς διαιωνίζει πρακτικές πλήρως ανεξέλεγκτης διάθεσης που εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους για τη δημόσια υγεία. 

* Ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ Σ. ΜΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΣ είναι κοσμήτορας Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ και διευθυντής του Εργαστηρίου Μετάδοσης Θερμότητας και Περιβαλλοντικής Μηχανικής. 
Δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία 26/07/2009

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου