...

...

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Ζώντας μαζί με τους ξένους

Από τον ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ 


Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν
Ζίγκμουντ Μπάουμαν: «Οφείλουμε να περάσουμε από τη στάση της ανεκτικότητας απέναντι στους ξένους σε ένα ανώτερο επίπεδο, δηλαδή σε μια στάση αλληλεγγύης» 
Το ακόλουθο κείμενο του Πολωνού κοινωνιολόγου Ζίγκμουντ Μπάουμαν είναι απόσπασμα παρέμβασής του σε θεωρητικό συμπόσιο με θέμα την ενσωμάτωση των μεταναστών, που έγινε στο Ρίμινι τον Νοέμβριο του 2009.
Το να ζούμε με τους ξένους δεν είναι καθόλου καινούριο στη νεότερη ιστορία. Αλλά η ιδέα ήταν σε χοντρές γραμμές ότι όποιος είναι ξένος, διαφορετικός από σένα, αργά ή γρήγορα θα χάσει τον χαρακτήρα του ξένου. 
Η κυρίαρχη πολιτική απέναντι στους ξένους, κατά το μεγαλύτερο μέρος της νεότερης ιστορίας, υπήρξε μια πολιτική αφομοίωσης: «Εσείς είστε εδώ, είστε φυσικά κοντινοί μας. Ας γίνουμε επομένως και πνευματικά, διανοητικά, ηθικά όμοιοι», πράγμα που σημαίνει να αποδεχόμαστε τις ίδιες οικουμενικές αξίες, όπου όμως ως «οικουμενικές» εννοούσαμε πάντοτε τις «δικές» μας αξίες. 
Επομένως, με αυτή την προοπτική, όπου το ότι είναι ξένοι ήταν μόνον μια προσωρινή δυσάρεστη ενόχληση, δεν υπήρχε η ιδέα ότι οφείλουμε να διδαχθούμε να ζούμε με τον διαφορετικό. Τώρα, πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία, φτάσαμε να αντιληφθούμε ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. 
Η νεωτερικότητα υπήρξε πάντοτε μια περίοδος μαζικών μεταναστεύσεων προσώπων από τη μια ήπειρο στην άλλη, από τη μιαν άκρη του κόσμου στην άλλη, από τη μια κουλτούρα στην άλλη. Και η μετανάστευση γινόταν από ανάγκη, σε περιστάσεις στις οποίες τα λεγόμενα υπεράριθμα πρόσωπα -πρόσωπα για τα οποία δεν μπορούσε να βρεθεί μια αποκατάσταση στην κοινωνία της καταγωγής τους, δεν υπήρχε χώρος γι' αυτά στη νέα τάξη, στη νέα προωθημένη κατάσταση της οικονομικής προόδου- υποχρεώνονταν να ταξιδέψουν. 
Υπάρχει ωστόσο μία διαφορά: οι σύγχρονες μεταναστεύσεις έχουν ένα χαρακτήρα διασποράς και όχι αφομοίωσης. Τα πρόσωπα που πηγαίνουν σε μιαν άλλη χώρα δεν πηγαίνουν με την πρόθεση να γίνουν όπως ο πληθυσμός που τα φιλοξενεί. Ο φιλοξενών πληθυσμός, ο αυτόχθων, δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να τα αφομοιώσει. 
Υπάρχουν περί τις 180 διασπορές που συμβιώνουν στο Λονδίνο, 180 διαφορετικές γλώσσες, κουλτούρες, παραδόσεις, συλλογικές μνήμες. Και το πρόβλημα είναι: αφού η πολιτική της αφομοίωσης δεν είναι πλέον εύκολα εφαρμόσιμη, πώς μπορούμε να ζούμε καθημερινά με τους ξένους; Πώς μπορούμε να επικοινωνούμε, να συνεργαζόμαστε, να ζούμε ειρηνικά, χωρίς εμείς να χάνουμε την ταυτότητά μας και εκείνοι να χάνουν τη δική τους, επομένως σε μια συγκατοίκηση που δεν οδηγεί στην ομοιομορφία; 
Με άλλα λόγια, το ζήτημα δεν είναι πλέον εκείνο του να είμαστε ανεκτικοί απέναντι στα διαφορετικά πρόσωπα. Η ανεκτικότητα στην πραγματικότητα είναι πολύ συχνά μια άλλη όψη του διαχωρισμού. «Είμαι ανεκτικός απέναντι στα παράξενα έθιμά σου και τις συνήθειές σου. Είμαι ένα πρόσωπο πολύ ανοιχτό, είμαι ανώτερος από σένα. Κατανοώ ότι ο τρόπος ζωής μου είναι απαράδεκτος για σένα. Εσύ δεν μπορείς να φτάσεις το ίδιο επίπεδο. Επομένως, σου επιτρέπω να ακολουθείς τον δικό σου τρόπο ζωής, αλλά εγώ δεν θα το έκανα ποτέ αν ήμουν στη θέση σου». Η πρόκληση με την οποία οφείλουμε να αναμετρηθούμε σήμερα έγκειται στο να περάσουμε από αυτή τη στάση ανεκτικότητας σε ένα ανώτερο επίπεδο, δηλαδή σε μια στάση αλληλεγγύης. Οφείλουμε να συμφιλιωθούμε με το γεγονός ότι υπάρχουν οι ξένοι, αλλά και να μάθουμε να αντλούμε οφέλη από αυτό. 
Οι ξένοι γεννούν φόβο. Έχω αποκαλέσει αυτόν τον φόβο, που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες πόλεις μειξοφοβία, φόβο να συγχρωτιστούμε με άλλα πρόσωπα, επειδή όταν συγχρωτιζόμαστε με άλλα πρόσωπα σε ένα περιβάλλον όχι πολύ οικείο, όλα μπορεί να συμβούν. Αλλά η ίδια κατάσταση του συγχρωτισμού με τους ξένους προκαλεί και μιαν άλλη στάση. 
Υπάρχουν δύο αντιφατικές αντιδράσεις στο φαινόμενο, που και οι δυο τους παρατηρούνται στις σύγχρονες πόλεις. Η δεύτερη είναι η μειξοφιλία, η χαρά να είμαστε σε ένα περιβάλλον διαφορετικό και ερεθιστικό. 
Η Χάνα Αρεντ υπήρξε ίσως η πρώτη σύγχρονη στοχαστής η οποία, μελετώντας ξανά τον Γκότχολτ Εφρέμ Λέσινγκ, έναν από τους πρωτοπόρους του γερμανικού Διαφωτισμού, είδε σε αυτόν μιαν από τις πιο οξυδερκείς μορφές μεταξύ των φιλοσόφων της πρώτης νεωτερικότητας. Σύμφωνα με τον Λέσινγκ, δεν πρέπει να περιοριζόμαστε στην αποδοχή του γεγονότος ότι η διαφορά προορίζεται να διαρκέσει, αλλά χρειάζεται να την εκτιμάμε πραγματικά, να αναγνωρίζουμε ότι σε αυτήν υπάρχει ένα πρωτόγνωρο δημιουργικό δυναμικό. Το γεγονός ότι συγχρωτίζονται πολύ διαφορετικές εμπειρίες, αναμνήσεις, κοσμοαντιλήψεις, μπορεί να μας οδηγήσει σε μιαν ανθηρή πολιτιστική ανάπτυξη. 
Είναι πάρα πολύ νωρίς για να πούμε ποιες θα είναι οι εξελίξεις, επειδή οι δύο αντιτιθέμενες τάσεις, η μειξοφοβία και η μειξοφιλία, έχουν λίγο έως πολύ ίση δύναμη. Άλλοτε κατισχύει η μια τάση και άλλοτε η άλλη. Το ζήτημα είναι αβέβαιο και βρισκόμαστε ακόμα στο μέσο μιας διαδικασίας που δεν γνωρίζουμε καλά ποιο θα είναι το τέλος της. Ζούμε σε έναν κόσμο παγκοσμιοποιημένο. Η παγκοσμιοποίηση έχει φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω, είμαστε όλοι διασυνδεδεμένοι και αλληλεξαρτώμενοι. Αυτό που συμβαίνει σε μακρινούς τόπους έχει εντυπωσιακή επίπτωση στις προοπτικές ζωής και στο μέλλον όλων μας. Επομένως, έχει φτάσει η στιγμή να κάνουμε αυτό που ο Λέσινγκ προέβλεψε ότι οφείλουμε να κάνουμε, δηλαδή να μάθουμε να εκτιμάμε τις ευκαιρίες που δημιουργούνται από τις διαφορές μας, αντί να φοβόμαστε τις νοσηρές συνέπειες της συμβίωσης με τις διαφορές. 
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο της Ελευθεροτυπίας «7» 5/09/2010 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου