Του IGNACIO RAMONET
Η «υπόθεση Μπετανκούρ», που συνταράσσει τη Γαλλία με μια λαίλαπα ανακρίσεων, οικογενειακού μίσους, κρυφών επιταγών, ελλιπών λογιστικών εγγραφών, φορολογικών αδικημάτων, πολιτικών συμπαιγνιών και υποψιών για χρηματοδότηση του κόμματος του προέδρου Νικολά Σαρκοζί από σκοτεινές πηγές, αποκαλύπτει τη βαθιά ηθική κρίση που διαπερνά τη χώρα.
Ιδιοκτήτρια της αυτοκρατορίας καλλυντικών και αρωμάτων L'Oreal και κάτοχος μιας περιουσίας σχεδόν 17 δισεκατομμυρίων ευρώ, η Λιλιάν Μπετανκούρ βρίσκεται στο επίκεντρο ενός σκανδαλιστικού σίριαλ που μετατράπηκε σε κρατική υπόθεση. Οντως, συνομιλίες που υποκλάπηκαν από την κατοικία της αποκάλυψαν πως ο υπουργός Εργασίας Ερίκ Βερτ έκανε χρήση της επιρροής του - όταν ήταν υπουργός Οικονομικών και συνεπώς υπεύθυνος για τη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών - ώστε η δισεκατομμυριούχος ιδιοκτήτρια της L'Oreal να προσλάβει την σύζυγό του Φλοράνς (με ετήσιο μισθό γύρω στα 200.000 ευρώ) για να διαχειρισθεί την περιουσία της...
Στο μεταξύ, ο Ερίκ Βερτ, ο οποίος ήταν ταυτόχρονα ταμίας του προεδρικού κόμματος UMP (Union pour un Mouvement Populaire, Ένωση για ένα Λαϊκό Κίνημα), εισέπραξε δωρεές δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ σε ρευστό για τη χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας του Σαρκοζί το 2007(1)... Υπάρχουν υπόνοιες πως ως αντάλλαγμα ο πρώην υπουργός Οικονομικών έκανε τα στραβά μάτια για ένα μέρος της κληρονομιάς της κ. Μπετανκούρ που δεν δηλώθηκε στην εφορία: ειδικότερα για διάφορους τραπεζικούς λογαριασμούς στην Ελβετία και ένα νησί στις Σεϊχέλες, του οποίου το κόστος εκτιμάται στο μισό δισεκατομμύριο ευρώ... Φυσικά, ο κ. Βερτ αρνείται συλλήβδην τις κατηγορίες.
Η θλιβερή αυτή υπόθεση αποκτά μια ιδιαιτέρως απρεπή διάσταση όταν γνωρίζουμε πως ο Ερίκ Βερτ έχει επιφορτιστεί παράλληλα με το καθήκον να φέρει σε πέρας τη σκληρή μεταρρύθμιση στις συντάξεις που θα πλήξει εκατομμύρια χαμηλόμισθους... Μέσα σε μια ατμόσφαιρα με ισχυρές κοινωνικές εντάσεις και βίαια ξεσπάσματα εκ μέρους των περιθωριοποιημένων (παιδιά μεταναστών, αθίγγανοι), αυτή η «υπόθεση Μπετανκούρ» αναζωπυρώνει την προαιώνια αντιπαράθεση ανάμεσα στις ελίτ και στον λαό. «Το κοινωνικό κλίμα», διαπιστώνει ο φιλόσοφος Μαρσέλ Γκοσέ, «είναι σήμερα εμποτισμένο από μια λανθάνουσα διάθεση για εξέγερση και από ένα αίσθημα ριζικής αποστασιοποίησης απέναντι στους κυβερνώντες(2)».
Η Γαλλία δεν είναι η μόνη δημοκρατία η οποία διαβρώνεται από τη διαφθορά ορισμένων πολιτικών υπευθύνων και από τη διαρκή σύγχυση που συντηρούν αρκετοί από αυτούς ανάμεσα στο δημόσιο αξίωμα και το ατομικό κέρδος. Θυμόμαστε, λόγου χάρη, το πρόσφατο σκάνδαλο με τις καταχρηστικές δαπάνες των Βρετανών βουλευτών, το οποίο αναμφίβολα συνέβαλε στην εκλογική καταβαράθρωση των Άγγλων Εργατικών στις 6 του περασμένου Μαΐου. Στην Ιταλία του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την επιχείρηση «καθαρά χέρια» που καρατόμησε την πολιτική τάξη, η διαφθορά εξαπλώνεται και πάλι, σαν μετάσταση, ενώπιον μιας παραλυμένης και στερημένης ιδεών αριστεράς.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ιταλίας, στην τελευταία του έκθεση, επιβεβαιώνει πως ο αριθμός των αδικημάτων ενεργητικής διαφθοράς στις τάξεις των δημοσίων υπαλλήλων τον τελευταίο χρόνο διογκώθηκε κατά ποσοστό άνω του 150%(3). Και τι να πούμε για την Ισπανία, καταπονημένη από τις πολλαπλές περιπτώσεις διαφθοράς πολιτικών που σχετίζονταν με τους «μεγιστάνες της οικοδομής», οι οποίοι πλούτισαν χάρη σε μια πολύ βολική ανοχή απέναντι στον κατασκευαστικό τομέα και την πολεοδόμηση.
Σε παγκόσμια κλίμακα, η διαφθορά ακουμπά, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, δομικές κοινωνικές συνιστώσες. Οι πρακτικές της αποκτούν τις συνηθισμένες μορφές της εγκληματικότητας του εκφαυλισμού: υπεξαίρεση χρημάτων, «μαγείρεμα» συμβάσεων με το Δημόσιο, κατάχρηση κοινωνικών αγαθών, δημιουργία και χρηματοδότηση πλασματικών θέσεων εργασίας, φορολογικές απάτες, απόκρυψη κεφαλαίων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες κ.λπ. Επαληθεύεται έτσι πως η διαφθορά αποτελεί θεμελιακό πυλώνα του καπιταλισμού.
Ο δοκιμιογράφος Μοϊσές Ναΐμ αποφαίνεται πως, κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, «οι δραστηριότητες των παράνομων δικτύων και των συνεργατών τους από τον νομικό κόσμο, δημόσιο ή ιδιωτικό, θα έχουν μια πολύ πιο σημαντική επίδραση στις διεθνείς σχέσεις, τις στρατηγικές οικονομικής ανάπτυξης, την προαγωγή της δημοκρατίας, το εμπόριο, τα δημόσια οικονομικά, τη μετανάστευση, την παγκόσμια ασφάλεια, με δύο λόγια στον πόλεμο και στην ειρήνη, από αυτή που είχαμε μέχρι τώρα φανταστεί(4)».
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, κάθε χρόνο, σε παγκόσμια κλίμακα, οι κινήσεις κεφαλαίων που προέρχονται από διαφθορά, εγκληματικές δραστηριότητες και φοροδιαφυγή και κατευθύνονται προς φορολογικούς παραδείσους, αγγίζουν το αστρονομικό ποσό των 1.600 δισεκατομμυρίων ευρώ... Από αυτά, περίπου 250 δισεκατομμύρια αντιστοιχούν στις φορολογικές απάτες που λαμβάνουν χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μόνο. Αν έρεαν ξανά στη νόμιμη οικονομία, αυτά και μόνο αυτά τα 250 δισεκατομμύρια ευρώ θα επέτρεπαν να αποφύγουμε τα προγράμματα λιτότητας και την περικοπή των συντάξεων που τόση κοινωνική οδύνη προκαλούν στις μέρες μας.
Κανείς κυβερνών δεν πρέπει να ξεχνά πως η δημοκρατία είναι πρωταρχικά η ανάληψη ενός ηθικού έργου, θεμελιωμένου πάνω στην αρετή και σε ένα σύστημα ανώτερων αξιών που δίνει ένα συγκεκριμένο νόημα στην άσκηση της εξουσίας. Ο κοινωνιολόγος Χοσέ Βιδάλ-Μπενέιτο, σε ένα βιβλίο του που δημοσιεύθηκε πρόσφατα(5), μετά τον θάνατό του, μας το υπενθυμίζει: «Όταν σε μια δημοκρατία οι κυριότερες πολιτικές δυνάμεις, σε πλήρη μαφιόζικη σύμπνοια, τα βρίσκουν μεταξύ τους προκειμένου να παραπλανήσουν τους πολίτες», η δημοκρατία πέφτει σε ανυποληψία, η πολιτική εξευτελίζεται, η αποχή ενισχύεται και, το πιο επικίνδυνο απ' όλα, η άκρα δεξιά ισχυροποιείται. Για να καταλήξει: «Μια κυβέρνηση εξαχρειώνεται εξαιτίας της διαφθοράς και, όταν υπάρχει διαφθορά στους κόλπους μιας δημοκρατίας, είναι η ίδια η δημοκρατία που βρίσκεται ξαφνικά εξαχρειωμένη».
(1) Στη Γαλλία, ο νόμος της 11ης Απριλίου του 2003 για τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων περιορίζει τις δωρεές εκ μέρους φυσικών προσώπων στα 7.500 ευρώ ετησίως.
(2) Marcel Gauchet, «L'affaire Woerth reactive le contentieux entre le peuple et les elites» («Η υπόθεση Βερτ αναζωπυρώνει την αντιδικία ανάμεσα στον λαό και στις ελίτ»), Le Monde, Παρίσι, 18 Ιουλίου 2010.
(3) Clarin, Μπουένος Αϊρες, 17 Φεβρουαρίου 2010.
(4) Moises Naim, Ilicito, Debate, Μαδρίτη, 2006.
(5) Jose Vidal-Beneyto, La corrupcion de la democracia («Η εξαχρείωση της δημοκρατίας»), Catarata, Μαδρίτη, 2010.
Δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 22/08/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου