Από τον Στέφανο Πεσμαζόγλου*
Κάθε χρόνο με την ίδια κυκλικότητα μαζευόμαστε στους ίδιους δημόσιους χώρους για να συνεορτάσουμε δύο εθνικές επετείους: 28η Οκτωβρίου, 25η Μαρτίου. Ο ίδιος λόγος ακούγεται επαναληπτικά μονότονος και πανομοιότυπος, με όλα τα χαρακτηριστικά του: ρητορικός δογματισμός, αυταρέσκεια πανηγυρικών, λόγος «δικανικός», όπως εύστοχα τον έχει ονοματίσει ο Σπύρος Ασδραχάς, ο οποίος κρίνει και αξιολογεί ως κατήγορος ή ως συνήγορος. Επέτειοι που επισφραγίζονται με παρελάσεις στρατιωτικές και μαθητικές (οι τελευταίες φαινόμενο αποκλειστικά ελληνικό και τουρκικό).
Αυτή η σωφρονιστική Ιστορία διδάσκεται στα σχολεία μέσα από μια θραυσματικά επιλεκτική λειτουργία της μνήμης και της λήθης: οι αρχαίοι Έλληνες, οι ήρωες του 1821 και οι ήρωες των Θερμοπυλών της Σαλαμίνας, της Ιλιάδας, της Εθνικής Αντίστασης γίνονται ένα: μπερδεύονται, όπως προέκυψε από εκθέσεις στο μυαλό των μαθητών, ο Λεωνίδας, ο Θεμιστοκλής, ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Μέγας Κωνσταντίνος (και αυτός με τον Κ. Παλαιολόγο) με τον Κολοκοτρώνη, την Μπουμπουλίνα και όλοι μαζί με τον Άρη Βελουχιώτη, «τα παιδιά του Πολυτεχνείου» και τον Γκλέτσο (ο τελευταίος ως απόρροια της στείρας εθνοπρεπούς απομνημόνευσης χωρίς ιστορική πλαισίωση ονομάτων με αποτέλεσμα να συγχέεται ένας τηλεοπτικός σταρ με τον Μανώλη Γλέζο)! Αλλά και ο εχθρός γίνεται γραμμικά και διαχρονικά στη μεγάλη διάρκεια ένας: Πέρσες, Τούρκοι, Γερμανοί ναζί και Ιταλοί συγχέονται στις «γνώσεις» και τις «μνήμες» (όπως συνειδητά ο Καζαντζάκης στον «Καπετάν Μιχάλη» μεταφέρει το κλίμα της ναζιστικής κατοχής στην Κρήτη στο τουρκοοθωμανικό ιστορικό πλαίσιο –τέλη 19ου αιώνα).Ο εθνικισμός ως ιδεολογία συνδέθηκε κατά εποχές είτε οργανικά θετικά είτε αντιθετικά και αντιφατικά με τη Δημοκρατία. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ο εθνικιστικός λόγος ενυπάρχει στα περισσότερα μεγάλα πνευματικά και πολιτικά ρεύματα (Διαφωτισμό και Ρομαντισμό, Φιλελευθερισμό, Συντηρητισμό, μεσοπολεμικό Φασισμό και μεταπολεμικό αντιαποικιοκρατικό κίνημα). Αν και μετά το 1950 αποδυναμώνεται το σύστημα εθνικιστικών αναφορών, λόγω των καταστροφών που είχαν επέλθει με τον πόλεμο (γενοκτονίες, ξεριζωμοί) η εθνικιστική ιδεολογία επανήλθε στην ορολογία «με φόρα» μετά την κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη και κατά διαφορετικό τρόπο με τα φονταμενταλιστικά κινήματα (ισλαμιστικά, ευαγγελικά -στις ΗΠΑ-, ορθόδοξα στην Ελλάδα και τη Σερβία, κ.ά.). Συνδέθηκαν συχνά στην ιστορία με το ρατσισμό και τον αντισημιτισμό και πολύ πρόσφατα με τη διττή τρομοκρατία (προερχόμενη από τα κάτω αλλά και «εκ των άνω» με κυρίαρχο τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό). Η διαλεκτική της βίας έχει γίνει καθημερινό στοιχείο του ενημερωτικού δελτίου (επίκαιρη η εξαιρετική ταινία που παίζεται αυτές τις μέρες «Στην Κοιλάδα του Ηλιά», καθόσον αποκαλύπτει ένα μηχανισμό παραγωγής εγκληματιών που δρουν φονικά και επί τη επιστροφή τους στις ΗΠΑ). Η εθνικιστική ιδεολογία επηρεάζει την εξωτερική και αμυντική πολιτική (στα καθ’ ημάς κυρίως στα ελληνοτουρκικά και στο Μακεδονικό) και σφραγίζει τον τρόπο σκέψης από τη μια συσπειρωτικά και δημιουργικά, από την άλλη διαιρετικά, στείρα ενίοτε και καταστροφικά αναπαράγοντας τοδίπολο φίλοι - εχθροί.
Η κάθε θεώρηση του έθνους δεν είναι χωρίς άμεσες επιπτώσεις στις καθημερινές εκπαιδευτικές αποφάσεις. Εάν η συγκρότηση της Ευρώπης σε έθνη-κράτη υπήρξε προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ του κοινοβουλευτισμού και της Δημοκρατίας, συνάμα η ισχύς του εθνικού κράτους, με κινούσα δύναμη την εθνικιστική ιδεολογία, συμβαδίζει κατά κανόνα με την καταδυνάστευση (αν όχι τον αποκλεισμό) μειονοτήτων και μεταναστών. Γενικότερα μοιάζει ως εάν η νέα εθνική νομιμότητα να παράγει την ψευδαίσθηση, την αυταπάτη της χειραφετημένης κοινωνίας. Το παράδοξο έγκειται στη συνύπαρξη ορθολογιστικού εθνικού εκσυγχρονισμού (ενίοτε και δημοκρατικού) και μυθολογικής - ανορθολογικής θεμελίωσης των κρατικών πολιτικών.
Προβληματικότατη είναι η συνεχιζόμενη εν Ελλάδι αυθαίρετη διεκδίκηση του εθνικοκρατικού μονοπωλίου της επιλογής και της συγκρότησης της λεγόμενης εθνικής μνήμης. (τι συγκρατούμε, τι διαγράφουμε - και από τη σκοπιά αυτή η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή το 2007, αποσύροντας το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού, έχασε μια μοναδική ευκαιρία να καθιερώσει, όπως σε τόσες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μια πολλαπλότητα βιβλίων Ιστορίας, αφήνοντας στη διακριτική ευχέρεια του δασκάλου να επιλέξει το συνδυασμό με βάση τις δικές του ευαισθησίες).
Η χρήση και η κατάχρηση αυτού του μονοπωλίου για την επινόηση ενός παρελθόντος που δικαιώνει, επιβεβαιώνει συνεχώς το εθνικό παρόν και συνάμα αμαυρώνει διαρκώς το εθνικό παρόν κάποιου άλλου. Φαίνεται πως η τυραννία της εθνικής ιστορίας δύσκολα μας εγκαταλείπει, καθόσον δεν λειτουργεί μόνο ως φαρμακεία δημοκρατική αλλά κατά κανόνα ως φαρμάκι αντι-δημοκρατικό. Αντί της πειθούς διά της παραγωγής επιχειρημάτων έχει στηθεί ένας μηχανισμός παραγωγής πειθούς διά του συναισθηματικού παιγνίου της μνήμης και της λήθης, που σταθερά στοχεύει στο να κολακεύει το συλλογικό ασυνείδητο.
Η σημερινή φάση της παγκόσμιας ιστορίας χαρακτηρίζεται κατά τη γνώμη μου από την πολλαπλή και πολυεπίπεδη διάβρωση της δημοκρατίας. Ένας αχαλίνωτος παγκόσμιος χρηματιστηριακός και καταναλωτικός καπιταλισμός κανοναρχεί τις εξελίξεις μια ασύδοτη μιντιακή λειτουργία διαβρώνει τους θεμελιώδεις νοητικούς μηχανισμούς, μέσα από τους οποίους αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μας, οριοθετώντας τις συλλογικές πρακτικές περιφερειακά, την ίδια ώρα που η δημοκρατία γίνεται βασικό στοιχείο της ευρωπαϊκής ταυτότητας, συνάμα εντοπίζεται σοβαρό «έλλειμμα δημοκρατίας» σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και ταυτόχρονα μια έξαρση των ανταγωνιστικών εθνικισμών. Όλα τα φαινόμενα από κοινού οξύνουν μια πολύτροπη βία, αφήνοντας όλο και περισσότερο τα επιφαινόμενα του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας. Η αντίστασή μας γίνεται ζήτημα συνταγματικού δημοκρατικού πατριωτισμού, αλλά και ζήτημα υπαρξιακό. Για όλους τους ως άνω λόγους ο εθνικισμός σήμερα συνδυαστικά με το λαϊκισμό κάθε προέλευσης, είναι κατά την εκτίμησή μου η πιο σοβαρή απειλή για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια και κατά διαφορετικό τρόπο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ με το πλανητικό στρατιωτικο-οικονομικό της imperium.
Αυτή η σωφρονιστική Ιστορία διδάσκεται στα σχολεία μέσα από μια θραυσματικά επιλεκτική λειτουργία της μνήμης και της λήθης: οι αρχαίοι Έλληνες, οι ήρωες του 1821 και οι ήρωες των Θερμοπυλών της Σαλαμίνας, της Ιλιάδας, της Εθνικής Αντίστασης γίνονται ένα: μπερδεύονται, όπως προέκυψε από εκθέσεις στο μυαλό των μαθητών, ο Λεωνίδας, ο Θεμιστοκλής, ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Μέγας Κωνσταντίνος (και αυτός με τον Κ. Παλαιολόγο) με τον Κολοκοτρώνη, την Μπουμπουλίνα και όλοι μαζί με τον Άρη Βελουχιώτη, «τα παιδιά του Πολυτεχνείου» και τον Γκλέτσο (ο τελευταίος ως απόρροια της στείρας εθνοπρεπούς απομνημόνευσης χωρίς ιστορική πλαισίωση ονομάτων με αποτέλεσμα να συγχέεται ένας τηλεοπτικός σταρ με τον Μανώλη Γλέζο)! Αλλά και ο εχθρός γίνεται γραμμικά και διαχρονικά στη μεγάλη διάρκεια ένας: Πέρσες, Τούρκοι, Γερμανοί ναζί και Ιταλοί συγχέονται στις «γνώσεις» και τις «μνήμες» (όπως συνειδητά ο Καζαντζάκης στον «Καπετάν Μιχάλη» μεταφέρει το κλίμα της ναζιστικής κατοχής στην Κρήτη στο τουρκοοθωμανικό ιστορικό πλαίσιο –τέλη 19ου αιώνα).Ο εθνικισμός ως ιδεολογία συνδέθηκε κατά εποχές είτε οργανικά θετικά είτε αντιθετικά και αντιφατικά με τη Δημοκρατία. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ο εθνικιστικός λόγος ενυπάρχει στα περισσότερα μεγάλα πνευματικά και πολιτικά ρεύματα (Διαφωτισμό και Ρομαντισμό, Φιλελευθερισμό, Συντηρητισμό, μεσοπολεμικό Φασισμό και μεταπολεμικό αντιαποικιοκρατικό κίνημα). Αν και μετά το 1950 αποδυναμώνεται το σύστημα εθνικιστικών αναφορών, λόγω των καταστροφών που είχαν επέλθει με τον πόλεμο (γενοκτονίες, ξεριζωμοί) η εθνικιστική ιδεολογία επανήλθε στην ορολογία «με φόρα» μετά την κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη και κατά διαφορετικό τρόπο με τα φονταμενταλιστικά κινήματα (ισλαμιστικά, ευαγγελικά -στις ΗΠΑ-, ορθόδοξα στην Ελλάδα και τη Σερβία, κ.ά.). Συνδέθηκαν συχνά στην ιστορία με το ρατσισμό και τον αντισημιτισμό και πολύ πρόσφατα με τη διττή τρομοκρατία (προερχόμενη από τα κάτω αλλά και «εκ των άνω» με κυρίαρχο τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό). Η διαλεκτική της βίας έχει γίνει καθημερινό στοιχείο του ενημερωτικού δελτίου (επίκαιρη η εξαιρετική ταινία που παίζεται αυτές τις μέρες «Στην Κοιλάδα του Ηλιά», καθόσον αποκαλύπτει ένα μηχανισμό παραγωγής εγκληματιών που δρουν φονικά και επί τη επιστροφή τους στις ΗΠΑ). Η εθνικιστική ιδεολογία επηρεάζει την εξωτερική και αμυντική πολιτική (στα καθ’ ημάς κυρίως στα ελληνοτουρκικά και στο Μακεδονικό) και σφραγίζει τον τρόπο σκέψης από τη μια συσπειρωτικά και δημιουργικά, από την άλλη διαιρετικά, στείρα ενίοτε και καταστροφικά αναπαράγοντας τοδίπολο φίλοι - εχθροί.
Η κάθε θεώρηση του έθνους δεν είναι χωρίς άμεσες επιπτώσεις στις καθημερινές εκπαιδευτικές αποφάσεις. Εάν η συγκρότηση της Ευρώπης σε έθνη-κράτη υπήρξε προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ του κοινοβουλευτισμού και της Δημοκρατίας, συνάμα η ισχύς του εθνικού κράτους, με κινούσα δύναμη την εθνικιστική ιδεολογία, συμβαδίζει κατά κανόνα με την καταδυνάστευση (αν όχι τον αποκλεισμό) μειονοτήτων και μεταναστών. Γενικότερα μοιάζει ως εάν η νέα εθνική νομιμότητα να παράγει την ψευδαίσθηση, την αυταπάτη της χειραφετημένης κοινωνίας. Το παράδοξο έγκειται στη συνύπαρξη ορθολογιστικού εθνικού εκσυγχρονισμού (ενίοτε και δημοκρατικού) και μυθολογικής - ανορθολογικής θεμελίωσης των κρατικών πολιτικών.
Προβληματικότατη είναι η συνεχιζόμενη εν Ελλάδι αυθαίρετη διεκδίκηση του εθνικοκρατικού μονοπωλίου της επιλογής και της συγκρότησης της λεγόμενης εθνικής μνήμης. (τι συγκρατούμε, τι διαγράφουμε - και από τη σκοπιά αυτή η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή το 2007, αποσύροντας το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού, έχασε μια μοναδική ευκαιρία να καθιερώσει, όπως σε τόσες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μια πολλαπλότητα βιβλίων Ιστορίας, αφήνοντας στη διακριτική ευχέρεια του δασκάλου να επιλέξει το συνδυασμό με βάση τις δικές του ευαισθησίες).
Η χρήση και η κατάχρηση αυτού του μονοπωλίου για την επινόηση ενός παρελθόντος που δικαιώνει, επιβεβαιώνει συνεχώς το εθνικό παρόν και συνάμα αμαυρώνει διαρκώς το εθνικό παρόν κάποιου άλλου. Φαίνεται πως η τυραννία της εθνικής ιστορίας δύσκολα μας εγκαταλείπει, καθόσον δεν λειτουργεί μόνο ως φαρμακεία δημοκρατική αλλά κατά κανόνα ως φαρμάκι αντι-δημοκρατικό. Αντί της πειθούς διά της παραγωγής επιχειρημάτων έχει στηθεί ένας μηχανισμός παραγωγής πειθούς διά του συναισθηματικού παιγνίου της μνήμης και της λήθης, που σταθερά στοχεύει στο να κολακεύει το συλλογικό ασυνείδητο.
Η σημερινή φάση της παγκόσμιας ιστορίας χαρακτηρίζεται κατά τη γνώμη μου από την πολλαπλή και πολυεπίπεδη διάβρωση της δημοκρατίας. Ένας αχαλίνωτος παγκόσμιος χρηματιστηριακός και καταναλωτικός καπιταλισμός κανοναρχεί τις εξελίξεις μια ασύδοτη μιντιακή λειτουργία διαβρώνει τους θεμελιώδεις νοητικούς μηχανισμούς, μέσα από τους οποίους αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μας, οριοθετώντας τις συλλογικές πρακτικές περιφερειακά, την ίδια ώρα που η δημοκρατία γίνεται βασικό στοιχείο της ευρωπαϊκής ταυτότητας, συνάμα εντοπίζεται σοβαρό «έλλειμμα δημοκρατίας» σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και ταυτόχρονα μια έξαρση των ανταγωνιστικών εθνικισμών. Όλα τα φαινόμενα από κοινού οξύνουν μια πολύτροπη βία, αφήνοντας όλο και περισσότερο τα επιφαινόμενα του κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας. Η αντίστασή μας γίνεται ζήτημα συνταγματικού δημοκρατικού πατριωτισμού, αλλά και ζήτημα υπαρξιακό. Για όλους τους ως άνω λόγους ο εθνικισμός σήμερα συνδυαστικά με το λαϊκισμό κάθε προέλευσης, είναι κατά την εκτίμησή μου η πιο σοβαρή απειλή για τη Δημοκρατία στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια και κατά διαφορετικό τρόπο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ με το πλανητικό στρατιωτικο-οικονομικό της imperium.
*Ο Στέφανος Πεσμαζόγλου είναι καθηγητής Πολιτικής
Επιστήμης στο πάντειο πανεπιστήμιο.
Δημοσιεύθηκε στον ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ 27/10/2007
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου