...

...

Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: H EYΡΩΠΗ ΣΕ ΚΡΙΣΙΜΗ ΚΑΜΠΗ - Να βρούμε ένα κράτος... για το ευρώ

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ*

Η Ευρωζώνη βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Είναι πασιφανές ότι απαιτείται μια νέα προσέγγιση. Διότι, για όσο χρονικό διάστημα το χρηματοπιστωτικό σύστημα οδηγούνταν από αισιοδοξία, το γεγονός ότι η ΟΝΕ ήταν μια πλήρης νομισματική ένωση αλλά μια ατελής οικονομική και δημοσιονομική ένωση, δεν δημιουργούσε ιδιαίτερα προβλήματα: Οι χρηματοπιστωτικές αγορές ανακύκλωναν τα πλεονάσματα των τρεχουσών συναλλαγών των ώριμων οικονομιών του ευρωπαϊκού Βορρά προς τις λιγότερο ώριμες οικονομίες του Νότου, χρηματοδοτώντας τα ελλείμματα των τρεχουσών συναλλαγών τους με επιτόκια που δεν απειλούσαν με «έκρηξη» το ποσοστό του καθαρού εξωτερικού χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Αυτός ο μήνας του μέλιτος τελείωσε μετά την κατάρρευση της Lehman Bro-thers το 2008, τη δημοσιονομική εκτροπή της Ελλάδας καθώς και την ανακάλυψη «σκελετών» στους ισολογισμούς των τραπεζών άλλων κρατών-μελών.
Αυτά είναι γνωστά πλέον περιστατικά και με το όφελος της στερνής γνώσης θα πρέπει να διορθωθούν το συντομότερο δυνατόν. Ηδη διαφαίνεται μεγάλη δραστηριότητα προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτά όμως δεν είναι τα μοναδικά ή ακόμα και τα θεμελιώδη προβλήματα της Ευρωζώνης. Όπως ήδη αναφέρθηκε, η Ευρωζώνη είναι μια πλήρης νομισματική ένωση, αλλά μια ατελής οικονομική και δημοσιονομική ένωση, «ένα νόμισμα χωρίς κράτος». Εάν δεν αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα με έναν ρεαλιστικό αλλά και ευέλικτο τρόπο, και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, το μέλλον του ευρώ θα μπορούσε να είναι γεμάτο δυσάρεστες εκπλήξεις. Τα συμπεράσματα της Έκτακτης Συνόδου Κορυφής της 11ης Μαρτίου είναι ενθαρρυντικά, διότι δείχνουν ότι το πρόβλημα έγινε αντιληπτό. Εντούτοις, αποτελούν μόνο ένα πρώτο βήμα προς την ορθή κατεύθυνση.
Η πρόληψη κρίσεων απαιτεί ένα έγκαιρο σύστημα προειδοποίησης, το οποίο θα βασίζεται όχι μόνο σε δημοσιονομικά στοιχεία αλλά και σε άλλους δείκτες, όπως στην εξέλιξη των ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών, της ανταγωνιστικότητας βάσει του κόστους αλλά και της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, στις αναπτυξιακές επιδόσεις του κάθε κράτους-μέλους, στην εξέλιξη της απασχόλησης και της ανεργίας, στις τιμές των ακινήτων και εν γένει των περιουσιακών στοιχείων, στο εγχώριο και στο εξωτερικό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, καθώς και στην εξέλιξη των ισολογισμών και της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών.
Η στενή παρακολούθηση και η εποπτεία είναι αναγκαίες, αλλά όχι επαρκείς προϋποθέσεις για τη σταθερότητα: Κατά κύριο λόγο θα πρέπει να αποσαφηνιστεί το πλαίσιο της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη, έτσι ώστε να απαλειφθεί η τρέχουσα αβεβαιότητα και να μην προκαλείται πανικός στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αυτό το πλαίσιο πολιτικής πρέπει να βασίζεται σε δύο πυλώνες: (Α) Στη δημοσιονομική πειθαρχία και (Β) Στην οικονομική συνεργασία.

Το «στοίχημα» της οικονομικής συνοχής
Η δημοσιονομική πειθαρχία θα πρέπει να βασίζεται σε ένα πιο σύγχρονο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Αυτό θα πρέπει να καταστεί αυστηρότερο στην εφαρμογή του, αλλά ταυτόχρονα πιο ευέλικτο, υπό την έννοια ότι θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες των κρατών-μελών για δημόσιες επενδύσεις. Θα μπορούσε να προταθεί ο ακόλουθος κανόνας, ο οποίος αποτελεί μια τροποποίηση του λεγόμενου «χρυσού κανόνα» που ακολουθείται στο Ηνωμένο Βασίλειο: «Στη διάρκεια του οικονομικού/επιχειρηματικού κύκλου, δηλαδή σε ένα χρονικό διάστημα 4-5 ετών, ο τακτικός προϋπολογισμός της γενικής κυβέρνησης θα πρέπει να παράγει ένα πλεόνασμα όχι μικρότερο του 30% του καθαρού ελλείμματος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων».
Η οικονομική συνεργασία θα πρέπει να βασίζεται:

1. Σε έναν ενισχυμένο και ευέλικτο Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η Ευρωζώνη θα πρέπει να αποδείξει ότι είναι έτοιμη να δράσει και να αυξήσει το συντομότερο δυνατό το ανώτατο όριο πόρων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ο ρόλος του οποίου θα πρέπει να ενισχυθεί. Δηλαδή να μπορεί να αγοράζει ομόλογα των κρατών-μελών τόσο από την πρωτογενή όσο και από τη δευτερογενή αγορά, καθώς και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Θα πρέπει να έχει, επίσης, τη δυνατότητα να ενισχύει τα κεφάλαια τραπεζών, μετατρεπόμενος έτσι σταδιακά σε έναν Ευρωπαϊκό Οργανισμό Δημόσιου Χρέους ή σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, στα πρότυπα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Οπως ήδη αναφέρθηκε, οι αποφάσεις της Εκτακτης Συνόδου Κορυφής της 11ης Μαρτίου είναι ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση, αλλά αρκετά συντηρητικό. Οι πιέσεις των αγορών που πρέπει να αναμένονται θα αναγκάσουν αργά ή γρήγορα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να βελτιώσει τον μηχανισμό επίλυσης κρίσεων σύμφωνα με τα παραπάνω.

2. Σε συμμετρικά άνω και κάτω όρια στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών: Δηλαδή, κανένα κράτος-μέλος δεν θα επιτρέπεται να έχει έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που να υπερβαίνει, για παράδειγμα, το 4% του ΑΕΠ και συγχρόνως, κανένα κράτος-μέλος δεν θα επιτρέπεται να έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που να υπερβαίνει το 4% του ΑΕΠ. Διότι, αν η προσαρμογή εναπόκειται μόνο στα κράτη-μέλη με ελλείμματα, τότε η ύφεση θα γίνει μόνιμο χαρακτηριστικό της Ευρωζώνης. Το επιχείρημα αυτό χρησιμοποιήθηκε πολλά χρόνια πριν, από τον John Maynard Keynes, κατά την ιδρυτική συνδιάσκεψη του Bretton-Woods, το 1944.
Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της παρούσας κρίσης δεν νοείται να επιχειρηθεί μέσα από στάση πληρωμών του δημόσιου χρέους. Τα επιχειρήματα που έχουν διατυπωθεί ένθεν-κακείθεν από ορισμένους αναλυτές υπέρ μιας στάσης πληρωμών της Ελλάδας και εξόδου της από την Ευρωζώνη είναι παντελώς λανθασμένα και, εάν υιοθετούνταν, θα έθεταν όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και ολόκληρη την Ευρωζώνη σε κίνδυνο, προκαλώντας μια σειρά από στάσεις πληρωμών στο τραπεζικό σύστημα και κοινωνικό χάος.
Η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, όπως π.χ. η επιμήκυνση της διάρκειάς του ή/και η ανταλλαγή ομολόγων (swaps) σε τιμές χαμηλότερες από τις ονομαστικές, αν χρειαστεί να γίνει, θα πρέπει να είναι εθελούσια, να βασίζεται στους μηχανισμούς της αγοράς και, κυρίως, να πραγματοποιηθεί μέσα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που περιγράφηκε παραπάνω.
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι η μείωση του δημόσιου χρέους που μπορεί να επιτευχθεί μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δεν είναι σημαντική, εκτός και αν ο μηχανισμός αυτός προικιστεί με κεφάλαια (ή με εγγυήσεις εκείνων των κρατών-μελών με υψηλή πιστοληπτική ικανότητα) πολύ μεγαλύτερα από τα σημερινά (μετά την απόφαση της 11ης Μαρτίου), τα οποία ανέρχονται σε 450 δισ. ευρώ περίπου, δηλαδή με κεφάλαια και εγγυήσεις της τάξης των 1.500 δισ. ευρώ.
Αυτό όμως δεν φαίνεται πιθανό ενδεχόμενο, αφού συναντά τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης και των Κοινοβουλίων σ' αυτά τα κράτη-μέλη, εκτός αν οι αγορές αμφισβητήσουν τη φερεγγυότητα μιας μεγάλης χώρας-μέλους της Ευρωζώνης. Ο μηχανισμός όμως, με τη ρευστότητα που μπορεί να παρέχει σε ώρα ανάγκης στα κράτη-μέλη υπό πίεση, τους δίνει τον απαραίτητο χρόνο προσαρμογής, προκειμένου να μειώσουν, με τα δικά τους κυρίως μέσα, το δημόσιο χρέος τους ως ποσοστό του ΑΕΠ.

*Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ, είναι Καθηγητής Οικονομικών 
του Πανεπιστημίου Αθηνών και γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ.
Δημοσιεύθηκε στο ΕΘΝΟΣ 20/03/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου