...

...

Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

Η ευθύνη της στράτευσης

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ

Paolo Flores d'Arcais
ΤΟ 1945, στο πρώτο τεύχος του περιοδικού «Temps Modernes», ο Ζαν-Πολ Σαρτρ υποστήριζε ότι η «στράτευση» είναι το χρέος των διανοούμενων. 
Στους καιρούς μας όμως, και μετά την πτώση των πολιτικών μύθων που στήριζαν τις βεβαιότητες πολλών αριστερών διανοουμένων, κυριαρχεί ένας ριζικός σκεπτικισμός. Η ιδέα της στράτευσης έχει άλλωστε δυσφημιστεί, καθώς συνδέθηκε συχνά με την υποστήριξη αυταρχικών καθεστώτων από μια μερίδα της αριστερής διανόησης.
Τη θεματική της στράτευσης επαναπροτείνει και ανανεώνει ο Ιταλός φιλόσοφος Πάολο Φλόρες ντ' Αρκάις με το ακόλουθο άρθρο του, που δημοσιεύτηκε στην «Corriere della Sera».
Ένας συγγραφέας, ένας επιστήμονας, ένας μουσικός, ένας φιλόσοφος κ.ο.κ. είναι προνομιούχοι που κερδίζουν τα προς το ζην με τη σκέψη τους και τη δημιουργία τους. Αποφεύγοντας τη ρουτίνα. Επιλέγοντας ελεύθερα. Κατορθώνοντας να ζουν πραγματικά ως άτομα. Το άτομο είναι πράγματι η ανεπανάληπτη ύπαρξη και, μόνον χάρη σε αυτό, η ίση σε αξιοπρέπεια ύπαρξη. Εκεί όπου δεν είναι ανεπανάληπτη, η ανθρώπινη προσωπικότητα οπισθοδρομεί και καταντάει αντίγραφο: ένα λίγο πιο πολύπλοκο και αρκετά πιο αποτελεσματικό (αλλά και απείρως πιο άγριο) ζώο. Ούτε και ο «ελεύθερος επαγγελματίας» είναι αληθινά ελεύθερος. Οφείλει πράγματι να υπακούει στην τεχνική του επαγγέλματός του και όσο περισσότερο θα υπακούει σε όσα η τεχνική τού επιβάλλει ή του επιτρέπει τόσο περισσότερο θα διακρίνεται. Δεν θα θέλαμε ποτέ να μας χειρουργήσει ένα χειρουργός ο οποίος θα χρησιμοποιούσε ελεύθερα (εξπρεσιονιστικά!) το νυστέρι ή να μας υπερασπιστεί ένας δικηγόρος ο οποίος ελεύθερα (ντανταϊστικά!) δεν θα πειθαρχούσε στη σύνταξη και τη ρητορική. 
Ο στρατευμένος διανοούμενος είναι γι' αυτό απλώς ο συγγραφέας (επιστήμονας, καλλιτέχνης κ.ο.κ.) ο οποίος ανταποδίδει ένα μέρος του προνομίου του, παλεύοντας έτσι ώστε καθένας και όλοι να μπορούν να είναι άτομα και επομένως να προσεγγίζουν το ιδεώδες της ίσης αξιοπρέπειας. Αλλά επειδή κυκλοφορώντας στην κοινωνία πολιτών (εργασία, επαγγέλματα, ιδιοκτησία) μπορεί κανείς μόνον να υπακούει, η ίση αξιοπρέπεια μιας ανεπανάληπτης ύπαρξης μπορεί να προσεγγιστεί μόνο μέσα από την πολιτική σφαίρα, αν αυτή είναι αληθινά ανοιχτή στη δράση, δηλαδή στη δύναμη του κάθε πολίτη. Μόνον η δράση (δηλαδή η πραγματική δύναμη) είναι -όπως η φιλοσοφία, η επιστήμη, η τέχνη- δημιουργία και ελευθερία, υπερβαίνει δηλαδή το ήδη δεδομένο της τεχνικής. Επομένως, ο διανοούμενος είναι ο φιλόσοφος (καλλιτέχνης, επιστήμονας κ.λ.π.) ο οποίος ξοδεύει ένα μέρος του προνομίου του προκειμένου η πολιτική να είναι αληθινά ανοιχτή στη δύναμη του καθένα, σύμφωνα με τις αρχές της δικαιοσύνης και της ελευθερίας, της ισότητας και της αξιοπρέπειας. Διαφορετικά, παραμένει μόνον ένας καλλιτέχνης, ένας φιλόσοφος, ένας επιστήμονας, ο οποίος θα ζει το προνόμιό του ως προνόμιο, συντηρώντας το μαζί με την περιφρόνηση για τους μη προνομιούχους ή θα το ζει ως επάγγελμα, εκφυλίζοντάς το σε καθαρή αγορά, αλλά όχι ένας διανοούμενος. Ενας διανοούμενος ή είναι στρατευμένος πολιτικά ή δεν είναι διανοούμενος. 
Και είναι φανερό το ποια πρέπει να είναι τα περιεχόμενα αυτής της στράτευσης: να παίρνει στα σοβαρά τη διακαιοσύνη και την ελευθερία, την ισότητα και την αξιοπρέπεια (και τις προϋποθέσεις τους: ίσα δικαιώματα στην υγεία, στην κατοικία, στην εκπαίδευση και αφετηριακή ισότητα ευκαιριών) με τη συνέπεια των καθημερινών και των πολιτικών επιλογών του. 
Σήμερα ο στρατευμένος διανοούμενος δεν είναι της μόδας, επειδή οι καιροί μας είναι καιροί κομφορμισμού στην κουλτούρα, ατιμωρησίας της παρανομίας και εθελούσιας δουλείας στην πολιτική. Είναι καιροί στους οποίους το προνόμιο θεωρείται πηγή δικαιωμάτων και όχι υποχρεώσεων. 
Αλλά η δημοκρατία (της οποίας ζούμε μια μελαγχολική έκλειψη και εξαιτίας της απουσίας στρατευμένων διανοουμένων) είναι μια «κοινότητα διαφωνούντων» όπου ο καθένας είναι αιρετικός σε σχέση με τον άλλον. Και ο διανοούμενος, αν θέλει να είναι διανοούμενος, οφείλει να είναι η κριτική συνείδηση αυτού του ιδεώδους που πρέπει να τείνουμε να το προσεγγίζουμε. Ιδού γιατί μεταξύ του Σαρτρ και των Πόντιων Πιλάτων της αποστράτευσης (των λειτουργών της συναίνεσης και των ασκούμενων του κομφορμισμού) επιλέγω χωρίς κανένα δισταγμό τον Σαρτρ. 
Αν και ο Σαρτρ δεν ήταν αρκετά στρατευμένος, επειδή συχνά λησμονούσε τα αναγκαία περιεχόμενα της στράτευσης. Οι πολλές μάχες «δικαιοσύνης και ελευθερίας», που συνέχισε να δίνει μέχρι το τέλος της ζωής του, πολύ συχνά εγκλωβίστηκαν σε ένα ιδεολογικό κλουβί το οποίο υπέτασσε τον υπαρξισμό στον διαλεκτικό υλισμό, έτσι ώστε να μας κάνει να νομίζουμε ότι το να στρατεύεσαι για «δικαιοσύνη και ελευθερία» και το να είσαι «με το μέρος της Ιστορίας» (και του κόμματος στο οποίο η Ιστορία είχε εμπιστευτεί το καθήκον της χειραφέτησης των καταπιεζόμενων) ήταν το ίδιο πράγμα. Εξαιτίας αυτής της τραγικής σύγχυσης ο Σαρτρ δεν στρατεύθηκε για πολλές -κυρίως διεθνείς- υποθέσεις «δικαιοσύνης και ελευθερίας». 
Το αληθινό παράδειγμα στρατευμένου διανοούμενου δεν είναι επομένως ο Σαρτρ αλλά είναι ο Αλμπέρ Καμί, ο οποίος ενσάρκωνε τον άλλο τρόπο να είναι κανείς αριστερός και με συνέπεια υπέρ της ελευθερίας και της ισότητας. Ο Καμί κατάγγελνε τα γκουλάγκ του Στάλιν, έστω και αν αυτό μπορούσε να αποθαρρύνει τους εργάτες της Μπιγιανκούρ. Στεκόταν στο πλευρό της εργατικής και φοιτητικής εξέγερσης του 1956 στην Ουγγαρία, ακριβώς όπως κατάγγελνε τη δυτική υποστήριξη στον φασισμό του Φράνκο. Ηταν αυστηρά εναντίον του ολοκληρωτισμού, χωρίς ποτέ να κρατάει ίσες αποστάσεις. Εξέφραζε τον ρεαλισμό των αξιών (της αριστεράς), που η αριστερά (της Realpolitik) δεν μπορούσε να εκφράσει

Δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ στο ένθετο ΕΠ7Α 06/02/2011 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου