...

...

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Πώς θα βγούμε από την κρίση

Του Νίκου Χριστοδουλάκη*

Η ελληνική οικονομία απειλείται σήμερα από έναν παράγοντα που έχει αβάσιμα υπερτιμηθεί και από έναν άλλον που έχει αλόγιστα υποτιμηθεί. Ο υπερτιμημένος παράγων είναι ο κίνδυνος μη εξόφλησης του χρέους, πράγμα που τροφοδοτεί κάθε λογής σενάρια πτώχευσης, εξόδου από το ευρώ και χρεοκοπίας.
Ο παράγων που υποτιμάται είναι η ύφεση του 2011, η οποία αντιμετωπίζεται απλώς ως άλλη μια γκρίζα σελίδα της κρίσης, παραγνωρίζοντας τις διαλυτικές συνέπειες που θα έχει στην απασχόληση, στις επιχειρήσεις και στην κοινωνία συνολικά. Και στα δύο αυτά ζητήματα η κυβέρνηση πρέπει να παρέμβει αποφασιστικά και να μην αφήσει ούτε το ένα ούτε το άλλο να οδηγήσουν τη χώρα σε μια επικίνδυνη περιδίνηση.
Το πρώτο ζητούμενο είναι να καταδείξει στις διεθνείς αγορές τις πραγματικές διαστάσεις του χρέους. Μια κρίσιμη ιδιαιτερότητα του χρέους είναι ότι σε αυτό περιλαμβάνονται σημαντικά ποσά τα οποία δεν μεταβιβάζονται σε τρίτους και δεν κινδυνεύουν από άμεση ρευστοποίηση. Για παράδειγμα, τα κοινοπρακτικά δάνεια που έγιναν προς τράπεζες ή για εξοπλισμούς των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς και όσα χρησιμοποιούνται ως ενέχυρα στην ΕΚΤ. Στην πραγματικότητα, απ΄ όλο το ελληνικό δημόσιο χρέος περίπου μόνο το μισό είναι εκτεθειμένο στον κίνδυνο μαζικής ρευστοποίησης, αλλά και αυτό σε μεγάλο βαθμό το καλύπτει ο μηχανισμός διάσωσης της τρόικας. 
Βεβαίως και η ίδια η βοήθεια είναι ένα νέο δάνειο προς τη χώρα, αλλά χωρίς τον κίνδυνο άμεσης ρευστοποίησης. Πρακτικά το επίφοβο μέρος του χρέους που είναι εκτεθειμένο στην πίεση των αγορών μπορεί να μειωθεί εντός του 2011 κατά περίπου 50% του ΑΕΠ, όσα δηλαδή αντιπροσωπεύουν τα 110 δισ. ευρώ της βοήθειας, αρκεί να διασφαλιστούν τα εξής: 
1. Η αυτονόητη επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής της που πρέπει να αρχίσει μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος σταθεροποίησης, δηλαδή επέκεινα του 2015. 
2. Η κεχωρισμένη καταγραφή της βοήθειας ως πληρωτέας μεν υποχρέωσης της χώρας, εκτός όμως αγορών και διακριτά από τις λοιπές δανειακές υποχρεώσεις της προς τους ιδιώτες επενδυτές. 
Στην ίδια λογική, η Ελλάδα δεν πρέπει να αποδέχεται νέες πρωτοβουλίες για αδικαιολόγητη διόγκωση του χρέους, όπως έγινε με τη μεταφορά πολλών εγγυημένων δανείων των ΔΕΚΟ και άλλων οργανισμών στο χρέος της κεντρικής κυβέρνησης, το οποίο έτσι εκτοξεύθηκε αιφνιδίως και αναιτίως κατά άλλα 10% του ΑΕΠ. Κανένα από αυτά δεν ήταν κρυφό, άγνωστο ή μη εξυπηρετούμενο και γι΄ αυτό άλλωστε οι τόκοι στον προϋπολογισμό δεν μετεβλήθησαν ούτε κατά ένα ευρώ. Σε καμία άλλη χώρα της ΕΕ τα ομαλώς εξυπηρετούμενα δάνεια των κρατικών επιχειρήσεων δεν λογίζονται ως μέρος του δημόσιου χρέους. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση πρέπει να δείξει και μια ρεαλιστική προοπτική εξόδου από την ύφεση. Αν η ύφεση συνεχιστεί κατά-3,5%, τότε την τριετία 2009-2011 η ελληνική οικονομία θα έχει συρρικνωθεί πάνω από 10% του ΑΕΠ σε πραγματικούς όρους, ποσοστό που υπερβαίνει κάθε άλλο πλήγμα που υπέστη στη μεταπολεμική περίοδο. 
Σε συνθήκες ύφεσης η απόδοση των φορολογικών μέτρων και η αποτελεσματικότητα των περικοπών είναι φθίνουσες. Έτσι στον επόμενο γύρο θα απαιτηθεί τα μέτρα να γίνουν πιο αυστηρά, αλλά στην πράξη θα αποδειχθούν ακόμη πιο ατελέσφορα και η κρίση θα βαθύνει κι άλλο. Γίνεται έτσι απολύτως απαραίτητο να υπάρξει έστω και μικρή ανάπτυξη το 2011. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει διαθέσιμη και άμεσα αξιοποιήσιμη φλέβα επιχειρηματικότητας που θα μπορούσε να την προκαλέσει, οπότε θα απαιτηθεί και πάλι η παρέμβαση του κράτους. 
Η αναζωπύρωση της κατοικίας με φορολογικά και πολεοδομικά κίνητρα, οι αποκρατικοποιήσεις και οι δημόσιες επενδύσεις είναι οι μόνες άμεσα διαθέσιμες πολιτικές. Οι αποκρατικοποιήσεις όμως με την καθίζηση των αγορών δύσκολα θα αποφέρουν τα αναμενόμενα έσοδα. 
Άρα η κύρια απομένουσα επιλογή είναι τα δημόσια έργα και το Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, αν και ως τώρα και τα δύο έχουν περικοπεί σημαντικά προκειμένου να μειωθεί η λεγόμενη «δημόσια συμμετοχή» και να συμπιεστεί το δημοσιονομικό έλλειμμα. Λύση όμως στο πρόβλημα αυτό έχει δώσει ήδη εδώ και δύο χρόνια η ΕΕ, η οποία για να βοηθήσει τα κράτη-μέλη να αντιμετωπίσουν την ύφεση του 2008 τούς επέτρεψε την προεκταμίευση κοινοτικών κονδυλίων για πληρωμές έργων χωρίς να πιέζονται για ταυτόχρονη δική τους συμμετοχή στη δαπάνη. Η ευνοϊκή αυτή ρύθμιση, που δεν την αξιοποίησε ως σήμερα η Ελλάδα, αποτελεί την πιο ισχυρή αναπτυξιακή ευκαιρία της χώρας. 
Αν, για παράδειγμα, η κυβέρνηση καταφέρει και διαπραγματευθεί την εκταμίευση 6 δισ. ευρώ επιπλέον και χρηματοδοτήσει νέα έργα το πρώτο εξάμηνο του έτους θα προκαλέσει ανάπτυξη ικανή να αποσοβήσει πλήρως την ύφεση του 2011. Αν μάλιστα ληφθεί υπόψη το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα των επενδύσεων στην οικονομία, η ανάπτυξη αντί για το 2012 μπορεί να εμφανιστεί έναν χρόνο νωρίτερα. Από μόνο του αυτό το γεγονός θα κάνει το δημόσιο χρέος να σταθεροποιηθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ στα σημερινά επίπεδα και να μην πλησιάσει τα απειλητικά όρια του 160% που προβλέπουν τα επίσημα σενάρια. 
Ανάμεσα λοιπόν στις επίφοβες αγορές και στη φοβισμένη κοινωνία πρέπει, όπως έλεγε ο Κέινς, να ανοιχτεί ένας «διάδρομος εμπιστοσύνης» για να αποφύγουμε όχι την οφειλόμενη αντιμετώπιση των προβλημάτων αλλά τη δυσοίωνη υπερβολή τους. 

*Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός
Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑ 09/01/2011 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου